- παρεληλυθότα
- παρέρχομαιiboperf part act neut nom/voc/acc plπαρέρχομαιiboperf part act masc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
παρεληλυθότ' — παρεληλυθότα , παρέρχομαι ibo perf part act neut nom/voc/acc pl παρεληλυθότα , παρέρχομαι ibo perf part act masc acc sg παρεληλυθότι , παρέρχομαι ibo perf part act masc/neut dat sg παρεληλυθότε , παρέρχομαι ibo perf part act masc/neut nom/voc/acc … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρέρχομαι — ΝΜΑ 1. (για χρόνο ή σε αναφορά με αυτόν) περνώ, φεύγω, κυλώ (α. «κι αν παρήλθον οι χρόνοι εκείνοι...» β. «έπεὰν δὲ παρέλθωσιν αἱ ἑβδομήκοντα ἡμέραι», Ηρόδ.) 2. (για γεγονότα ή καταστάσεις) περνώ και χάνομαι, εξουδετερώνομαι, δεν υπάρχω πια (α.… … Dictionary of Greek
προσσημαίνω — Α δηλώνω, σημαίνω κάτι ακόμη («τὸ δὲ βαδίζει ἤ βεβάδικεν προσσημαίνει τὸ μὲν τὸν παρόντα χρόνον τὸ δὲ τὸν παρεληλυθότα», Αριστοτ.) … Dictionary of Greek